Ιουλιος 2021
Ξεκινήσαμε από το Σπλιτ μεσημέρι και αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε τον παραλιακό δρόμο, για όλη τη διαδρομή μέχρι το Ντουμπρόβνικ (ή Μπουντρόβνικ, όπως το λέει ο Κώστας για πλάκα). Η Κροατία είναι μια χώρα, που το ανάγλυφό της, μοιάζει με της Ελλάδας. Αφού περάσαμε τόσες χώρες, με απέραντες πεδιάδες, βρεθήκαμε ξανά σε γνώριμα στοιχεία, όπου τα βουνά και η θάλασσα εναλλάσσονταν και ο δρόμος ήταν ανηφόρες και κατηφόρες!
Η Αδριατική δίπλα μας ήταν υπέροχη και ο καιρός ιδανικός για ένα μπάνιο. Φυσικά δε χάσαμε την ευκαιρία. Η πρώτη απόπειρα έγινε μπαίνοντας σε μία παραθαλάσσια πόλη ή χωριό μάλλον, γιατί ήταν μικρό σε μέγεθος. Πήραμε λοιπόν την έξοδο προς την παραλία και βρεθήκαμε σε μια πολύ οργανωμένη περιοχή, με πάρκινγκ, πεζόδρομο, καταστήματα με είδη θάλασσας, ταβέρνες και καφέ και σκαλάκια για να να βγεις στην παραλία. Δεν θέλαμε κάτι τέτοιο, παρόλο που μας εντυπωσίασε η οργάνωσή και βγήκαμε πάλι στον κεντρικό δρόμο για να συνεχίσουμε.
Αυτό που διαπιστώσαμε είναι, ότι υπήρχε ο παραλιακός δρόμος, που περνάει έξω από τις παραλιακές πόλεις ή χωριά και σε ελάχιστες περιπτώσεις, μέσα από αυτές και υπάρχουν έξοδοι, που σε οδηγούν στην παραλία. Αυτό είναι πολύ βοηθητικό και ελαχιστοποιεί τους κινδύνους. Οι δε παραλίες, είναι πολύ τακτοποιημένες και καθαρές και με ξεκάθαρη πρόσβαση.
Εμείς όμως που είμαστε περιπετειώδεις! βρήκαμε ένα άνοιγμα στο δρόμο, όπου είδαμε να παρκάρουν κι άλλοι και να βγάζουν τα μπανιερά τους και σταματήσαμε εκεί. Πήραμε τα πράγματά μας και κατηφορήσαμε ένα λοφάκι με δέντρα και χόρτα, για να φτάσουμε σε μια μικρή και πολύ όμορφη παραλία, με λίγο κόσμο και διάφανα νερά. Κάναμε το μπάνιο μας λοιπόν στις Δαλματικές Ακτές, σε μια θάλασσα που μοιάζει με τις δικές μας του Ιονίου, με βότσαλα η συγκεκριμένη και μάλλον κρύα νερά. Στο βάθος βλέπαμε τα νησιά της Κροατίας και το γαλάζιο του ουρανού.
Απολαύσαμε το μπάνιο μας και ξεκουραστήκαμε λίγο, πριν βγούμε πάλι στο δρόμο.
Συνεχίσαμε το ταξίδι μας και ότι βλέπαμε στο δρόμο μας ενθουσίαζε. Το πιο αστείο – ιδιαίτερο ήταν οι πλανόδιοι μανάβηδες, που είχαν φτιάξει αυτοσχέδια συντριβάνια – ντουζ για να κρατάνε δροσερά τα καρπούζια! Είδαμε επίσης θαλάσσιο πάρκο με φουσκωτά, για να παίζουν τα παιδιά, γέφυρες και ακτές που σχηματίζουν φιορδ, ποτάμια και βουνά, αλλά και πολύ πράσινο.
Στην Κροατία λοιπόν, υπάρχει μια ιδιαιτερότητα, όσον αφορά τη διαδρομή από το βορρά προς το νότο. Για να φτάσεις από τη μία μεριά στην άλλη, πρέπει να διασχίσεις ένα γεωγραφικό παράδοξο της περιοχής, την πρόσβαση δηλαδή της Βοσνίας Ερζεγοβίνης στη θάλασσα. Πρόκειται για μία στενή λωρίδα στεριάς λίγο πριν την χερσόνησο Pelješac. Εκεί η Βοσνία Ερζεγοβίνη διαθέτει τη μόνη παραλιακή της πόλη, το Neum. Όπως καταλαβαίνετε, χρειάζεται να περάσει κάποιος τα σύνορα για να μπει και να βγει απ’ την στενή αυτή λωρίδα. Αυτή τη λωρίδα, την πούλησαν, απ ότι μάθαμε, οι κάτοικοι του Ντουμπρόβνικ, στην Βοσνία Ερζεγοβίνη, όταν τους πολιορκούσαν οι Οθωμανοί και ζήτησαν βοήθεια για να αμυνθούν. Η βοήθεια δόθηκε, οι Οθωμανοί απωθήθηκαν και η πρόσβαση στη θάλασσα ήταν το αντίτιμο.
Είδαμε την τεράστια κρεμαστή γέφυρα Pelješac, που φτιάχνεται για να ενώσει τα δύο μέρη της Κροατίας, που «χωρίστηκαν» από τον «διάδρομο» της πόλης Νέουμ, ο οποίος αποτελεί και τη μοναδική δίοδο της Βοσνίας προς τη θάλασσα. Η γέφυρα αυτή, είναι κρεμαστή και ακριβώς ίδια με τη δική μας του Ρίου Αντιρίου, μόνο που είναι διπλάσια σε μέγεθος! Η γέφυρα θα ολοκληρωνόταν τον Αύγουστο, οπότε για ένα μήνα χάσαμε την ευκαιρία να τη διασχίσουμε.
Είχαμε όμως την ευκαιρία να περάσουμε δύο συνοριακούς σταθμούς και ένα κομμάτι μιας άλλης χώρας!
Περάσαμε τα σύνορα, με μια μικρή καθυστέρηση, καθώς είχε ουρά, βάλαμε βενζίνη στο μοναδικό βενζινάδικο, που βρίσκεται σ΄ αυτό το κομμάτι γης, γιατί ήταν πιο φτηνή (1,18 ευρώ το λίτρο, ενώ στην Κροατία κόστιζε 1,40-1,45) και μετά από περίπου 10 χιλιόμετρα, ξαναμπήκαμε στην Κροατία.
Καθώς ο ήλιος χαμήλωνε προς τη δύση, περάσαμε μία άλλη κρεμαστή γέφυρα που μας οδηγούσε στη χερσόνησο του Ντουμπρόβνικ. Διασχίζοντας τη, βλέπαμε στο βάθος την πόλη και τον κόλπο Luka.
Περάσαμε από το πολύβουο λιμάνι και κατευθυνθήκαμε βορειοδυτικά, όπου είχαμε κλείσει δωμάτιο. Ο ιδιοκτήτης, ο Λούκα, ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος, πολύ φιλικός και εξυπηρετικός. Μας έδωσε οδηγίες για τα πάντα και μας ζήτησε συγνώμη, που λόγω του κορωνοϊού, δεν θα μπορούσαμε να καθίσουμε τα πρωινά όλοι μαζί στο μεγάλο μπαλκόνι του πανω ορόφου, όπως έκανε παλιά με τους επισκέπτες του. Αντί γι αυτό, θα έπρεπε να αρκεστούμε στην αυλή του ισογείου, όπου βρισκόταν το πολύ όμορφο δωμάτιο μας (42 ευρώ τη βραδιά, μείναμε 2 βράδια). Αφήσαμε τα πράγματά μας και ξεκινήσαμε μια βόλτα στη σύγχρονη λουτρόπολη.
Το Ντουμπρόβνικ είναι ένας προορισμός, που ονειρευόμασταν με τον Κώστα από το 1990, όταν τα είχαμε ακόμα και τον διαφήμιζαν, σαν ένα ανερχόμενο τουριστικά, τόπο. Θυμάμαι που βλέπαμε τις αφίσες, που είχαν γεμίσει τότε την Αθήνα και μας έκαναν να σχεδιάζουμε ταξίδια στο εξωτερικό! Μετά ήρθε ο πόλεμος της τότε Γιουγκοσλαβίας και όσα ζήσαμε εμείς στη σχέση μας και το όνειρο ξεχάστηκε. Ήρθε όμως το πλήρωμα του χρόνου και βρεθήκαμε στο μέρος, που πρωτοονειρευτήκαμε σαν ταξιδιωτικό προορισμό!
Εδώ πρέπει να ανοίξω μια παρένθεση, για να κάνω την εξής διευκρίνηση, γιατί εγώ κάπως αλλιώς τα είχα στο μυαλό μου. Νόμιζα ότι η χερσόνησος του Ντουμπρόβνικ είναι όλη η καστρόπολη, αλλά όχι, δεν είναι έτσι. Ένα μικρό κομμάτι της χερσονήσου, είναι η παλιά πόλη, που βλέπουμε όλοι στις διαφημίσεις των ταξιδιωτικών γραφείων και σάιτ. Κλείνει η παρένθεση.
Το κέντρο και η παραλία της πόλης ήταν πολύ κοντά στο δωμάτιό μας και φυσικά περπατήσαμε μέχρι εκεί. Ένα πολύ όμορφο, καθαρό και καλοφτιαγμένο τουριστικό μέρος, ήταν αυτό που αντικρίσαμε. Αφήνοντας πίσω μας το δρόμο, μπήκαμε σε έναν περιποιημένο πεζόδρομο, γεμάτο μαγαζιά για φαγητό, ποτό, καφέ, παγωτό και γενικά ότι τραβάει η όρεξη του καθενός.
Κάναμε τη βόλτα μας μέχρι την παραλία και παράλληλα κοιτούσαμε που θα καθίσουμε για φαγητό. Μάλλον λόγω της Ρωμαϊκής κατοχής, αλλά και των πολλών ιταλών τουριστών, έχει πολλά ιταλικά εστιατόρια, αλλά εμείς, όπως πάντα, ψάχναμε για το παραδοσιακό κροάτικο φαγητό.
Αποφασίσαμε να καθίσουμε σε ένα, που είχε μπαλκόνι και έτσι θα αποφεύγαμε την κίνηση του δρόμου και θα είχαμε και θέα. Μας σέρβιρε μια πολύ ευγενική και πρόθυμη κυρία, που μας έμαθε και δυο τρεις λέξεις κροάτικα και το φαγητό ήταν πολύ νόστιμο. Πληρώσαμε 32 ευρώ και φύγαμε ευχαριστημένοι. Η Κροατία είναι λίγο πιο φτηνή από την Ελλάδα, αλλά όχι τόσο όσο οι προηγούμενες χώρες που περάσαμε. Και στο Ντουμπρόβνικ, που είναι πιο τουριστικό μέρος, είναι περίπου όπως στην Ελλάδα.
Αυτό που παρατηρήσαμε πάντως, είναι η παροχή υπηρεσιών προς τους τουρίστες και το περιβάλλον. Φαίνεται να απευθύνεται σε υψηλού επιπέδου τουρισμό, με τις εγκαταστάσεις και την υπέροχη διαμόρφωση των κοινόχρηστων, αλλά παρόλα αυτά, δεν υπάρχει κανενός είδους αισχροκέρδια. Πληρώνεις ακριβώς αυτό που παίρνεις και αυτό που αξίζει το σημείο που βρίσκεσαι.
Μετά το φαγητό, όμως και αφού βρισκόμασταν σε ένα τόσο όμορφο μέρος, δεν μας έκανε καρδιά να γυρίσουμε στο δωμάτιο. Συνεχίσαμε τη βόλτα μας προς την παραλία και καθίσαμε σε ένα beach bar, όπου ήπιαμε ένα ποτό και χαζεύαμε τη θάλασσα και τα φώτα και το φεγγάρι που εμφανιζόταν πίσω από τον απέναντι λόφο. Μαγεία!
Φεύγοντας και αφού είχαμε διανύσει τη μισή απόσταση μέχρι το σπίτι, ο Κώστας συνειδητοποίησε ότι είχε ξεχάσει το κινητό του. Άντε λοιπόν πάλι πίσω, μεγαλώνοντας τη βόλτα μας. Ευτυχώς το είχε βρει η κοπέλα που μας σέρβιρε και το είχε φυλάξει. Και ευτυχώς που δεν είχε κλείσει το μπαρ. Για το αρχείο, ήπιαμε τρία κοκτέιλ και πληρώσαμε 21 ευρώ (σας είπα, ότι εδώ οι τιμές ήταν περίπου σαν της Ελλάδας).
Το επόμενο πρωί ξεκινήσαμε να πάμε στην καστρόπολη. Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού, μας είπε ότι είναι περίπου 2,5 χλμ μακριά και καλύτερα να παίρναμε το λεωφορείο, που έκανε στάση 20 μ. μακριά από το σπίτι μας, γιατί με το αυτοκίνητο θα δυσκολευόμασταν πολύ να παρκάρουμε. Μας είπε μάλιστα ότι μπορούμε να βγάλουμε εισιτήρια μέσα στο λεωφορείο και ότι κάνουν 10 kuna το ένα. Είχαμε ακριβώς 20 kuna, οπότε ήμασταν μια χαρά και περιμέναμε το λεωφορείο, που ήρθε πολύ γρήγορα και στην ώρα που έγραφε το διάγραμμα στη στάση. Δυστυχώς όμως, κατεβήκαμε στην επόμενη στάση, γιατί το εισιτήριο μέσα στο λεωφορείο, κόστιζε 15 kuna το ένα και δεν παίρνανε κάρτα. Στην επόμενη στάση ευτυχώς είχε περίπτερο, που τα πουλούσε 12 kuna και πληρώσαμε και με κάρτα. Στο εκδοτήριο τα πουλούσαν 10 kuna, όπως μας είχε πει ο ιδιοκτήτης.
Η διαδρομή μέχρι την παλιά πόλη ήταν πολύ σύντομη, άλλωστε το δωμάτιό μας απείχε από αυτήν μόλις 2,5 χλμ. Στο δρόμο βλέπαμε τη νέα πόλη να απλώνεται αμφιθεατρικά καθώς το λεωφορείο ακολουθούσε ανοδική πορεία. Μοντέρνα κτήρια και όμορφα σύγχρονα σπίτια, σε δρόμους με δέντρα, πεζοδρόμια και ποδηλατόδρομους, αλλά και πολλούς χώρους πράσινου και ανάπαυλας. Σε κάποιο σημείο, που ένα μεγάλο μέρος του οικοδομικού τετραγώνου ήταν κλειστό με ταμπλό, ήταν κολλημένες αφίσες με τις εικόνες καταστροφής, που υπέστη η πόλη κατά τη διάρκεια του πολέμου. Σου δημιουργούσε ένα αίσθημα θλίψης, αλλά παράλληλα και ένα θαυμασμό, για την πρόοδο και την εξαιρετική ανοικοδόμηση, που πέτυχαν οι Κροάτες, μέσα σε λιγότερο από 25 χρόνια.
Το λεωφορείο μας άφησε έξω από την παλιά πόλη, σε μια πολύ όμορφη πλατεία, με συντριβάνι και μαγαζιά και ένα τέλειο μπαλκόνι, που πρόσφερε άπλετη θέα στη θάλασσα. Από εδώ βλέπουμε το οχυρό Lovrijenac, χτισμένο σε ύψος 40 μ. πάνω από τη θάλασσα και μεγάλης στρατηγικής σημασίας για την άμυνα της πόλης. Ονομάζεται και “Γιβραλτάρ του Ντουμπρόβνικ” λόγω της θέσης που έχει και σήμερα λειτουργεί θέατρο, όπου διοργανώνονται πολλά καλοκαιρινά φεστιβάλ.
Το Ντουμπρόβνικ για αιώνες ήταν, μετά τη Βενετία, το σημαντικότερο λιμάνι των Βενετών στην Αδριατική και σήμερα ένας δημοφιλής τουριστικός προορισμός. Η παλιά πόλη έχει ανακηρυχθεί μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO από το 1979. Για την ιστορία να πούμε ότι ξεκίνησε ως ένα βυζαντινό κάστρο και για 500 χρόνια χτίζονταν συνέχεια προσθήκες στα τείχη, ώσπου έφτασε να θεωρείται ένα από τα καλύτερα αμυντικά και απόρθητα φρούρια. Σε ορισμένα σημεία μάλιστα το ύψος τους φτάνει μέχρι και τα 25 μέτρα και για να τα διασχίσεις χρειάζεσαι περίπου 2 ώρες.
Το Ντουμπρόβνικ λοιπόν είναι (όσο κι αν ακούγεται παράδοξο), η πόλη που συνδέει την γραβάτα με το νεράτζι! Το γνωστό και ξινό εσπεριδοειδές που αποτελεί έμβλημα της πόλης των 45.000 περίπου κατοίκων -από τους οποίους oι 1.500 ζουν μέσα στην παλιά πόλη- έφτασε εδώ από τους Ιταλούς, τον 12ο αιώνα. Μία άλλη δοξασία είναι, ότι η λέξη «γραβάτα» (cravat) είναι παράφραση της λέξης «Croat» και πως το συγκεκριμένο ανδρικό αξεσουάρ, το διέδωσαν oι Κροάτες έμποροι τον 16ο αιώνα στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτές και άλλες χρήσιμες ή περιττές λεπτομέρειες, αναφέρονται στους τουριστικούς οδηγούς και τα πήρε το αυτί μας, από ξεναγούς που συνόδευαν γκρουπ τουριστών.
Προχωράμε λοιπόν να μπούμε στην καστρόπολη από την πύλη Pile, που είναι η κεντρική είσοδος της πόλης. Από εκεί κατεβαίνουμε κάτι σκαλιά και μπαίνουμε στην παλιά πόλη. Το πρώτο που αντικρίζουμε είναι η πελώρια Κρήνη του Ονούφριου, που την έχτισε 1438 ο ίδιος, που έφτιαξε και το σύστημα ύδρευσης της πόλης, φέρνοντας πόσιμο νερό, από τον ποταμό Sumeta.
Απέναντι βλέπουμε το Μοναστήρι των Φραγκισκανών και την Εκκλησία του Αγίου Σωτήρος (Crkva sv Spasa), που δεσπόζουν μπροστά-μπροστά. Στο μοναστήρι με τον υπέροχο κήπο, υπάρχει και το παλιότερο φαρμακείο του Ντουμπρόβνικ, από το 14ο αι. και τρίτο παλιότερο στον κόσμο! Μπροστά μας απλώνεται η Stradun (ή Placa, κατά τους ντόπιους) ένας φαρδύς και μακρύς δρόμος, από λευκό ασβεστόλιθο, μήκους 300 μ. περίπου, που είναι η μεγάλη περαντζάδα και ενώνει τις δύο βασικές πύλες την Pile και την Ploce και χρονολογείται από το 1468. Εδώ βρίσκονται κι ένα σωρό μαγαζιά, τουριστικά, ανταλλακτήρια συναλλάγματος, παγωτατζίδικα, εμπορικά κ.α. Περπατώντας φτάνουμε στην πλατεία της Loggia και θαυμάζουμε τα κτήρια και τα αξιοθέατα.
Από δω ξεκινούν τα στενά δρομάκια και τα σκαλιά που οδηγούν τον επισκέπτη να γνωρίσει την πόλη. Φυσικά μέσα στην πόλη απαγορεύονται τ’ αυτοκίνητα. Νοιώσαμε μεγάλη συμπόνια για όλους αυτούς, που πλήρωσαν πανάκριβα δωμάτια, για να μείνουν στο κατάκεντρο της παλιάς πόλης και ανέβαιναν τα σκαλιά, σούρνοντας τις βαλίτσες τους κάτω από τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο (το έκανα όσο μπορούσα πιο μελό!), για να φτάσουν στο κατάλυμμά τους.
Η παλιά πόλη, παρόλο το όνομά της, είναι ζωντανή, με πολλές μουσικές, βόλτες, αρώματα και γεύσεις, κλεισμένη μέσα σε τείχη που έχουν μήκος περίπου 2 χλμ. Μπορείς αν θες να πληρώσεις 17 ευρώ και να περπατήσεις γύρω γύρω, πάνω στα τείχη, αλλά εμείς θεωρήσαμε υπερβολικό το ποσό και περιοριστήκαμε στη βόλτα μέσα από τα τείχη. Άλλωστε την υπέροχη θέα μπορείς να τη δεις από πολλά σημεία, καθώς η πόλη είναι χτισμένη πάνω σε λόφο. Σε κάποιο άνοιγμα μάλιστα των τειχών, υπήρχε μια σκαλίτσα, που οδηγούσε σε ένα πολύ όμορφο καφέ, όπου απολάμβανες τον καφέ σου και τη θέα στην απέραντη Αδριατική.
Οι διαδρομές που κάναμε ήταν υπέροχες, τα καντούνια (στενά δρομάκια) εκπληκτικά με μικρές εντυπωσιακές γωνιές γεμάτες λουλούδια, καφενεδάκια με χαριτωμένα τραπεζάκια, μπαλκονάκια, σαν γέφυρες, που ενώνουν δύο απέναντι σπίτια, ρούχα απλωμένα από τη μία στην άλλη πλευρά, ανθοπωλεία, χρωματιστά παράθυρα και ένα σωρό άλλες λεπτομέρειες, που τα έκαναν όλα παραμυθένια!
Για όσους παρακολουθούσαν τη σειρά Game of Thrones, το Ντουμπρόβνικ είναι ο απόλυτος προορισμός. Εκεί έγινε μεγάλο μέρος των γυρισμάτων και η πόλη είναι το King’s Landing της σειράς. Η αλήθεια είναι ότι όσο περπατάμε μέσα στα δρομάκια, τόσο νιώθουμε να ταξιδεύουμε στο χρόνο, οπότε είναι πολύ φυσικό, το μέρος να χρησιμοποιείται σαν φανταστικός τόπος σε ταινίες και σειρές. Πολλά μάλιστα μαγαζιά τουριστικών ειδών, έχουν πιστοποίηση να πωλούν αυθεντικά σουβενίρ της σειράς! Φυσικά πήραμε κι εμείς δώρα για αγαπημένους, που παρακολουθούσαν τη σειρά, γιατί δεν την βλέπαμε!
Στην ανατολική άκρη της παλιάς πόλης, όπου κάναμε και μια στάση για καφεδάκι, βρίσκεται το οχυρό του Αγίου Ιωάννη (Tvrđava sv. Ivana), όπου πια στεγάζεται το Ναυτικό Μουσείο και το Ενυδρείο. Το ενδιαφέρον με αυτό το φρούριο είναι ότι χρησιμοποιούσαν έναν πολύ έξυπνο τρόπο για να αποτρέψουν μία ενδεχόμενη εισβολή στην πόλη από τους πειρατές. Όταν σήμαινε συναγερμός σήκωναν μία πολύ βαριά, μεταλλική αλυσίδα που η άλλη άκρη της ήταν δεμένη στο απέναντι φρούριο Kase Jetty με αποτέλεσμα να ανακόπτουν τα πλοία και να τους προκαλούν ζημιές.
Στην άλλη άκρη του Stradun βρίσκεται το παλάτι του Δούκα (15ος αι.), που ήταν κάποτε κέντρο της κυβέρνησης και επίσημη κατοικία του Πρύτανη της Δημοκρατίας του Ντουμπρόβνικ. Μπροστά του απλώνεται η πλατεία της Loggia, σημείο συγκέντρωσης των ντόπιων και των τουριστών.
Εδώ βρίσκονται μερικά από τα πιο σημαντικά αξιοθέατα της πόλης, όπως η στήλη του Ορλάντο, η Λοτζία των καμπάνων, που χρονολογείται από το 1480 και χρησιμοποιείται ως σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης των κατοίκων σε περιπτώσεις ανάγκης, η Εκκλησία του St. Blaise, με την χαρακτηριστική πρόσοψή και το εντυπωσιακό βιτρό και τέλος ο πύργος του Ρολογιού. Ο Πύργος αυτός αποτελείται από ένα κομψό ρολόι μήκους 31 μέτρων, που χρονολογείται από τον 15ο αιώνα. Δίπλα του βρίσκεται και το συντριβάνι, όπου ξεδιψούν όλα τα περιστέρια, το Little Onofrio Fountain.
Ο πύργος του ρολογιού, όπου στα αριστερά φαίνεται η δεύτερη πύλη της καστρόπολης και το μικρό συντριβάνι του Ονούφριου!
Ο καθεδρικός ναός του Αγίου Ιγνατίου (Church of St. Ignatius of Loyola), ξεχωρίζει για την μπαρόκ αρχιτεκτονική του και βρίσκεται στην κορυφή των γνωστών, από το Game of Thrones, σκαλιών “της ντροπής”! (δεν έχω ιδέα τι είναι αυτό).
Τέλος, εντυπωσιακός είναι και ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου (Velika Gospa), ο οποίος χτίστηκε αρχικά σε βυζαντινό ρυθμό, αλλά καταστράφηκε το 1663, από σεισμό και ξαναχτίστηκε σε ρυθμό μπαρόκ το 1713.
Όλη η καστροπολιτεία είναι σαν να βρίσκεσαι σε ένα παραμύθι που νομίζεις ότι θα πεταχτεί ο ιππότης από κάποιο δρομάκι. Πολύ καλά διατηρημένη, πεντακάθαρη και πραγματικά θέλεις να γυρίζεις τα στενάκια της, ώρες ατελείωτες! Φύγαμε το μεσημεράκι για το σπίτι, γεμάτοι εικόνες και συναισθήματα!
Όπως είπα και πριν παντού υπάρχουν λουλουδιασμένες γωνιές!
Αλλά μια ηλιόλουστη καλοκαιρινή μέρα, σε έναν υπέροχο παραθαλάσσιο τόπο, θα πήγαινε χαμένη, αν δεν απολαμβάναμε ένα μπάνιο στη θάλασσα! Στο μέρος που την προηγούμενη βραδιά, ήπιαμε το ποτό μας, είχε μια όμορφη και ήσυχη παραλία με βότσαλο, που μπαίνοντας στο νερό γινόταν άμμος και εκεί κάναμε το μπάνιο μας, στα κρύα και καθαρά νερά της Αδριατικής!
Ήπιαμε τη μπύρα μας, που τη συνδυάσαμε με μια πίτσα, σε ένα από τα πολυτελή και μοντέρνα beach bars και δεν το λέω για να κάνω εντύπωση, οι τιμές ήταν πολύ καλές για το εξαιρετικό περιβάλλον που πρόσφεραν. Μόνο οι ξαπλώστρες και οι ομπρέλες ήταν ιδιαίτερα υπερεκτιμημένες, αφού κόστιζαν 17 ευρώ το σετ (μία ομπρέλα και δύο ξαπλώστρες!).
Το βράδυ φυσικά επιστρέψαμε στην παλιά πόλη, όπου απολαύσαμε τη νυχτερινή όψη της. Είχε πάρα πολύ κόσμο, που γέμιζε τα μαγαζιά και τις πλατείες και περπατούσε στα σοκάκια. Κάναμε τη βόλτα μας, ακούσαμε παραδοσιακή μουσική της Κροατίας και παρακολουθήσαμε ένα φεστιβάλ παραδοσιακών χορών, που γινόταν στην πλατεία και καθίσαμε για ένα πρόωρο δείπνο γενεθλίων σε ένα υπέροχο μαγαζί, όπου φάγαμε, τι άλλο; τοπική παραδοσιακή κουζίνα, συνδυασμένη με ντόπιο κρασί.
Η βραδιά μας τελείωσε με τον πιο όμορφο τρόπο, καθώς ήταν το τελευταίο μας βράδυ στο εξωτερικό. Και ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος, αν όχι ένα τέλειο παγωτό; Σε ένα πολύ γνωστό παγωτατζίδικο, που το προτιμούν ντόπιοι και ξένοι, όχι άδικα, φάγαμε από ένα σούπερ νόστιμο παγωτό!
Βέβαια το σχέδιό μας ήταν να συνεχίσουμε τη βραδιά μας με ένα ποτό, αλλά επειδή το τελευταίο λεωφορείο έφευγε από την παλιά πόλη στις 12,30, αποφασίσαμε να το πιούμε στο κέντρο, κοντά στο σπίτι μας. Δυστυχώς όμως, στις 12 έκλειναν όλα τα μαγαζιά λόγω covid και έτσι επιστρέψαμε για ύπνο!
Την επόμενη μέρα θα παίρναμε το δρόμο του γυρισμού και σύμφωνα με το google maps, θα μπαίναμε στην Ελλάδα γύρω στις 10 το βράδυ!
Πολύ μου άρεσε το Ντουμπροβινκ. Κι όπως φαίνεται είναι προσβάσιμο από Ελλάδα με αυτοκίνητο. Περιμένω να δω τη διαδρομή επιστροφής. Χιλιόμετρα και διόδια. Ελπίζω να κάνετε και μια συνοψη του ταξιδιου, γιατί έχω χάσει το πόσες μέρες ταξιδεύετε! 😊
Πραγματικά ήταν πανέμορφο μέρος και προσβάσιμο με αυτοκίνητο από την Ελλάδα, με μια στάση όμως ενδιάμεσα! Το ταξίδι όλο ήταν μια καταπληκτική εμπειρία. Σίγουρα θα γίνει μια σύνοψη και μια συνολική αποτίμηση. Ευχαριστούμε που μας παρακολουθείτε και μας υποστηρίζετε!