Υπόγεια Αθήνα

Μας φαινόταν ταιριαστό, λόγω της καραντίνας, να περιγράψουμε αυτήν την περίοδο, αν και έχει περάσει πάνω από ένας χρόνος από τη συγκεκριμένη εξόρμηση, την περιπλάνησή μας στην υπόγεια Αθήνα.

Ίσως γιατί η λέξη και μόνο υπόγεια, μας ταίριαζε με την “απομόνωση”, στην οποία βρισκόμασταν για 6 μήνες, για δεύτερη φορά ή, γιατί ήταν και η τελευταία επίσκεψη που κάναμε, πριν το ξεκίνημα αυτής της περιπέτειας.

Αν και η καραντίνα έχει τελειώσει πια και έχουμε σχεδόν επιστρέψει στην προηγούμενη “κανονικότητά” μας, ήρθε η ώρα να μοιραστούμε μαζί σας, αυτή την εξόρμηση.

Λίγο πριν την πρώτη καραντίνα λοιπόν, είχαμε την ευκαιρία να επισκεφτούμε την υπόγεια Αθήνα.

Ακολουθώντας μια ομάδα αστικών σπηλαιολόγων, που διοργανώνει τέτοιου είδους εξορμήσεις, μέσα από τις οποίες έχει κάποιος την ευκαιρία να γνωρίσει την “άγνωστη” πλευρά της πόλης του, ξεκινήσαμε μια Κυριακή πρωί, με έναν ξάδελφό μας την εξερεύνηση.

Βασικός εξοπλισμός της αστικής εξερεύνησης: αθλητικά παπούτσια, γαλότσες, φακός, snacks, νερό και καλή διάθεση! Βασική προϋπόθεση, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, ο καλός καιρός. Αυτό οφείλεται στο γεγονός, ότι η υπόγεια διαδρομή, μπορεί να γίνει επικίνδυνη, αν βρέχει, λόγω της συσσώρευσης όμβριων υδάτων, στην παλιά κοίτη του Ιλισού.

Το ραντεβού ήταν έξω από το Παναθηναϊκό Στάδιο πρωί πρωί, με τη δροσούλα. Αφού μαζευτήκαμε όλοι οι συμμετέχοντες, είχαμε μια μικρή ενημέρωση από τους οδηγούς μας, σχετικά με το πρόγραμμα, καθώς και τους κανόνες που θα έπρεπε να ακολουθούμε. Και η περιπέτεια ξεκίνησε.

Η είσοδος στην υπόγεια Αθήνα, έγινε από μια καταπακτή, που βρίσκεται στο αλσάκι, ακριβώς δίπλα στην είσοδο του Σταδίου. Μία καταπακτή, η οποία είναι ορατή από τους πεζούς, αλλά δεν πάει κανενός μυαλό που μπορεί να οδηγεί. Η καταπακτή είναι φυσικά κλειδωμένη με λουκέτο και χρειάζεται ειδική άδεια για να ανοιχτεί.

Κατεβαίνουμε λοιπόν τη μεταλλική σκάλα προς τη σκοτεινή στοά που κάποτε ήταν η κοίτη του Ιλισού ποταμού. Το σκοτεινό τούνελ φωτίζεται από τους επαγγελματικούς φακούς που έχουν στα κράνη τους οι οδηγοί και από τους φακούς των συμμετεχόντων. Περπατάμε μέσα σε ελάχιστο νερό, που σε κάποια σημεία γίνεται λίγο βαθύτερο, γι αυτό ήταν απαραίτητες και οι γαλότσες. Στο βάθος βλέπουμε μια διχάλα και η στοά χωρίζεται σε δύο στενότερες, οι οποίες φαίνεται να έχουν περισσότερο νερό. Εμείς κινούμαστε προς την άλλη κατεύθυνση.

ένα από τα δύσκολα σημεία που χρειάστηκε να περάσουμε!

Η στοά είναι αρκετά φαρδιά και κατηφορίζοντας φαρδαίνει ακόμα περισσότερο και χωρίζεται από έναν τοίχο. Η κοίτη είναι πέτρινη και το περπάτημα γίνεται άνετα. Σε κάποια σημεία υπάρχουν ανοίγματα στο ταβάνι και μπορείς να δεις το φως, αλλά και ρίζες φυτών που έχουν διαπεράσει το τσιμέντο. Στο δρόμο μας συναντάμε μια πηγή καθαρού νερού και οι οδηγοί μας πληροφορούν ότι το νερό είναι πόσιμο, με πιστοποίηση, αν και δε μας προτείνουν να το δοκιμάσουμε. Σύμφωνα λοιπόν με την ενημέρωση, υπήρχαν πολλές πηγές που ξεκινούσαν από τον Υμηττό και κατέληγαν στο ποτάμι και η συγκεκριμένη έχει διατηρηθεί στη στοά.

Ακριβώς κάτω από την Καλλιρρόης, οι ρίζες ενός δέντρου!
Η πηγή
και η πηγή!

Επίσης στα υπόγεια του Εθνικού Κήπου συναντά κανείς σήραγγες υδραγωγείων, οι οποίες έγιναν γνωστές κατά την εκσκαφή του μετρό. Ο Κήπος υδροδοτείται από μία τέτοια ενεργή σήραγγα, η οποία χρονολογείται στον 4ο αιώνα π.Χ. Ξεκινάει από τους πρόποδες του Υμηττού στην περιοχή του Παπάγου, ενώ μέχρι σήμερα έχει εξερευνηθεί μόνο ένα τμήμα της.

Μάλιστα απ ότι μας είπαν, η διαπίστωση αυτή έγινε, όταν κατά τις σκαπτικές εργασίες για την κατασκευή υπόγειου πάρκινγκ στο Γουδί, έπεσαν πάνω στην υδάτινη φλέβα, την έκοψαν και άρχισαν να ξεραίνονται τα φυτά του Εθνικού Κήπου.

Υπάρχουν διάφορα σημεία, εσοχές στις πλευρές του τούνελ, απ όπου κατεβαίνουν νερά, ή ανοίγματα προς την επιφάνεια και πιθανόν κι άλλες είσοδοι και έξοδοι.

Κάθετη εισροή νερών στην κοίτη του ποταμού.

Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι η στοά έχει χρησιμοποιηθεί και για κάποιες παράνομες δράσεις, όπως μια μεγάλη ληστεία, ένα εντυπωσιακό ριφιφί, που έγινε στην τότε Τράπεζα Εργασίας τη δεκαετία του ’90 και οι δράστες δεν βρέθηκαν ποτέ. Για το λόγο αυτό οι υπεύθυνοι μας ζήτησαν να μη δημοσιεύσουμε φωτογραφίες στα κοινωνικά δίκτυα. Βέβαια αυτό δεν έχει και πολύ νόημα, αφού ο οποιοσδήποτε μπορεί να συμμετέχει σ αυτές τις επισκέψεις-ξεναγήσεις.

Η πορεία της ομάδας φτάνει μέχρι την Καλλιρρόης και τη Συγγρού και επιστρέφουμε από τον ίδιο δρόμο, όχι ότι υπάρχει κι άλλος δηλαδή!

Τώρα ακολουθούμε μια πορεία πάνω στο δρόμο, για να φτάσουμε στον επόμενο υπόγειο προορισμό μας, που είναι ο χώρος ιστορικής μνήμης στην οδό Κοραή 4. Εκεί βρίσκονται τα υπόγεια του κτηρίου της Εθνικής Ασφαλιστικής, που επιτάχθηκε από τις κατοχικές δυνάμεις και στέγασε την Kommandatur.

Λειτούργησε στην Κατοχή ως κρατητήριο, θα λέγαμε σημερινό κέντρο μεταγωγών, όπου οι συλληφθέντες έμεναν συνήθως από μία ως τριάντα ημέρες πριν μεταφερθούν σε γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, στις φυλακές Αβέρωφ, στην Καισαριανή, στο Χαϊδάρι και αλλού. Στους τοίχους των θαλάμων, ιδιαίτερα του δευτέρου υπογείου, όπου σώζεται ατόφιο το στρώμα του 1944, διαβάζει κανείς ακιδογραφήματα, δηλαδή πρόχειρα χαραγμένες επιγραφές από τους κρατούμενους, με ονόματα, ημερομηνίες, μηνύματα, σκίτσα με πορτραίτα, νότες, κιθάρες, καράβια, τραμ και άλλα.

Στο πρώτο υπόγειο, οι θάλαμοι Ι και ΙΙ πιθανότατα δεν αποτέλεσαν χώρους κράτησης. Σήμερα εκτίθεται εκεί η ναζιστική σημαία που κυμάτιζε στον τελευταίο όροφο του κτηρίου, μια πόρτα από τα κρατητήρια της Γκεστάπο στην οδό Μέρλιν, μια χειροπέδη, μια σφαίρα, που βρέθηκε σφηνωμένη μεταξύ ξύλινου πλαισίου, αλλά και αντικείμενα των κρατουμένων που ανακαλύφθηκαν στα υπόγεια: πακέτα τσιγάρων, σπίρτα, καραμέλες, μεταλλικά κύπελλα, καθώς και ένα ακέραιο γράμμα κρατουμένου μέσα σε αυτοσχέδιο φάκελο που εντοπίστηκε κρυμμένο σε κούφωμα πόρτας. Ο θάλαμος ΙΙΙ πιθανώς χρησιμοποιήθηκε ως χώρος κράτησης ή προφυλάκισης, ενώ στον θάλαμο ΙV διακρίνονται τα ίχνη έξι μικρών χώρων που αποτελούσαν τα κελιά απομόνωσης. Τέλος, ο θάλαμος VII προοριζόταν κατά περιόδους αποκλειστικά για την κράτηση γυναικών, όπως μαρτυρεί το πλήθος γυναικείων ονομάτων.

Ο χώρος προκαλεί συγκίνηση και δέος. Βλέπουμε τα κελιά, κατεβαίνουμε τις σκάλες και αναρωτιόμαστε, εκ του ασφαλούς, τι να σκέφτονταν άραγε όλοι αυτοί που βρέθηκαν σ αυτό το μέρος, πόση αγωνία και φόβο πρέπει να ένιωθαν για την τύχη τους και πως θα τελείωνε όλο αυτό.

Μετά από αυτή τη φορτισμένη συναισθηματικά επίσκεψη, συνεχίζουμε προς την πλατεία Κλαυθμώνος, όπου στο υπόγειο των κτηρίων, γραφείων και καταστημάτων, βλέπουμε τμήμα του τείχους των Αθηνών, ή Θεμιστόκλειο τείχος.

Το λεγόμενο Θεμιστόκλειο Τείχος ήταν το τείχος που περιέκλειε την Αρχαία Αθήνα, θεωρούμενο ως το μεγαλύτερο σε μήκος οχυρωματικό έργο της πόλης. Σημαντικό τμήμα του τείχους αυτού διασχίζει τον σημερινό αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού, με κατεύθυνση από βορρά προς νότο, σε μήκος περίπου 200 μέτρων που αποτελεί και το καλύτερα σήμερα διατηρημένο τμήμα του. Το Θεμιστόκλειο τείχος είχε ολική περίμετρο περίπου 6.500 μ. και διέθετε τουλάχιστον 13 πύλες. Τα θεμέλια του τείχους τέθηκαν το 479 – 478 π.Χ. κατόπιν της προτροπής του ίδιου του Θεμιστοκλή, (εκ του οποίου και έλαβε το όνομα), το οποίο έμεινε και διατηρήθηκε για 1000 περίπου χρόνια.

Το ανήγειραν βιαστικά οι Αθηναίοι, μετά την αποχώρηση των Περσών και υπό το φόβο μιας Σπαρτιατικής επίθεσης. Κατά τη διάρκεια της «ρωμαϊκής ειρήνης» η οχύρωση της αρχαίας Αθήνας περιέπεσε σε αχρηστία.

Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις τις ογκώδεις πέτρες στο υπόγειο καταστημάτων που θυμάσαι από παιδί και αναπόφευκτα αναρωτιέσαι, πως επέτρεψαν να θαφτεί ένα τέτοιο μνημείο κάτω από σύγχρονα κτήρια. Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε άραγε, όταν γινόταν η ανοικοδόμηση της Αθήνας, να μεριμνήσει, ώστε αυτά τα μνημεία να έχουν τη θέση και την προβολή που τους αξίζει;

Με αυτές τις σκέψεις στο μυαλό, προχωρήσαμε στον επόμενο σταθμό της περιήγησης.

Ένα καταφύγιο που βρίσκεται στο υπόγειο μιας πολυκατοικίας. Η είσοδος μας γίνεται από μια στενή καταπακτή που βρίσκεται στο πεζοδρόμιο, στην οδό Κτενά, στο πίσω μέρος του οικήματος. Υπάρχει πρόσβαση και από την είσοδο της πολυκατοικίας, αλλά εμείς θέλαμε να ζήσουμε την εμπειρία των κυνηγημένων από τους ήχους της σειρήνας προειδοποίησης και των αεροπλάνων που σήμαιναν τον επερχόμενο κίνδυνο.

Η είσοδος στο καταφύγιο!

Η αίσθηση είναι περίεργη καθώς κατεβαίνουμε τη στενή σκάλα και ο συνοδός στη βάση, μας προειδοποιεί για τα νερά που λιμνάζουν στο τελείωμα. Απ ότι μας πληροφορούν, είναι ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν συχνά και παρόλο που επανειλημμένα έχουν κάνει αντλήσεις των υδάτων, το πρόβλημα παραμένει. Οι αστικοί σπηλαιολόγοι κάνουν προσπάθειες να διατηρηθούν αυτά τα μνημεία.

Το καταφύγιο χωρίζεται σε δύο δωμάτια και έχει μια βαριά πόρτα που μοιάζει με αυτές των υποβρυχίων. Κάποια χαρτιά και σφραγίδες βρίσκονται σε ένα τραπέζι. Το δάπεδο είναι υγρό και το φως περιορισμένο. Η ατμόσφαιρα είναι βαριά και νιώθεις σαν κομπάρσος σε πολεμική ταινία.

Η ώρα περνάει όμως κι έχουμε ακόμα μια στάση.

Τη Ρώσικη Εκκλησία, αφιερωμένη στην Αγία Τριάδα. Η επίσκεψη αυτή δεν αφορούσε ακριβώς την εκκλησία, αλλά αυτό που βρίσκεται κάτω από αυτή. Παρόλα αυτά, μάθαμε ότι ο Όθωνας είχε ζητήσει να φτιαχτεί μια αγιογραφία με τη μορφή του, η οποία αναπαριστούσε τον Απόστολο Παύλο, κάτι το οποίο συνηθιζόταν από τους βασιλιάδες εκείνης της εποχής.

Τους πρώτους μήνες του 1847 ο Ρώσος πρεσβευτής στην Αθήνα ζήτησε από την ελληνική κυβέρνηση να δοθεί στην πρεσβεία ο ναός, ώστε αφού επισκευαστεί να καλύψει τις λατρευτικές ανάγκες της ρωσικής παροικίας στη χώρα μας. Το ρωσικό αίτημα ικανοποιήθηκε. Η Μόσχα επωμίστηκε ολόκληρο το κόστος των εργασιών.

Κάτω από τη Ρώσικη εκκλησία υπήρχαν ρωμαϊκά λουτρά, που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα ως υπόγειος χώρος – τα λέμε κατακόμβες, αλλά δεν είναι στην πραγματικότητα, δεν έχουν θάψει μέσα ανθρώπους, δεν αποτελούν υπόγειο νεκροταφείο. Στο υπόγειο της εκκλησίας μπορεί να δει κανείς υπολείμματα από τις κολώνες του ρωμαϊκού βαλανείου και αρχαίες κολώνες. Λέγεται ότι η κρύπτη που βρίσκεται εδώ επικοινωνούσε με τα ανάκτορα του Όθωνα και λειτουργούσε ως οδός διαφυγής για τον βασιλιά σε περίπτωση πολιορκίας (συνέδεε την περιοχή με την Ακρόπολη).

Τελευταίος προορισμός, το τρίτοξο γεφύρι του Όθωνα κάτω από την Αγία Φωτεινή, που είναι χτισμένη πάνω στο αρχαίο ιερό της Εκάτης – και στο ιερό του Πάνα.

Η περιοχή της Αγ. Φωτεινής, είναι μία από τις λίγες όπου ο ποταμός Ιλισός είναι ακόμα ανιχνεύσιμος σήμερα. Αποτελεί ένα ενδιαφέρον, πράσινο αλλά ατημέλητο σημείο της Αθήνας. Κατά τον 19ο αι. μια γέφυρα χτίστηκε εδώ, ενώνοντας τις δύο όχθες του ποταμού, ορατή ακόμα και σήμερα. Η γέφυρα φέρει το έμβλημα του βασιλιά Όθωνα, του πρώτου βασιλιά της Ελλάδας και το όνομα του Δημάρχου Ι. Κόνιαρη.

Είναι όμως πραγματικά θλιβερό να βλέπεις την κατάσταση στην οποία βρίσκεται, κρυμμένο μέσα σε απεριποίητους θάμνους και σκουπίδια και εγκαταλελειμμένο στην τύχη του, κάτω από τον καινούριο δρόμο. Ενώ θα μπορούσε να αναδειχθεί σε τουριστικό αξιοθέατο και ο περιβάλλον χώρος να αξιοποιηθεί σαν πάρκο και περίπατο. Βρίσκεται σε ένα από τα πιο κεντρικά σημεία της πόλης και πραγματικά όταν κατεβαίνεις την παλιά και άνυδρη πια κοίτη αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι στην εξοχή.

Η βόλτα στην υπόγεια (και όχι μόνο) Αθήνα, ολοκληρώνεται εδώ. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό, το πόσα πράγματα υπάρχουν στην πόλη μας, που αγνοούσαμε για χρόνια, αλλά και πόσοι θησαυροί βρίσκονται κρυμμένοι και αναξιοποίητοι. Η εξόρμηση αυτή μας αφήνει με μια γλυκόπικρη γεύση, καθώς διαπιστώνουμε το μεγαλείο της πόλης μας, αλλά και την αδιαφορία των υπευθύνων για την τύχη της.

Σχολιάστε